Σε μια περίοδο ταραχής φαντάζει τρέλα να αποφασίζει κανείς να επενδύσει χρήμα, ενέργεια, αγάπη, ψυχή και να πάει ενάντια σε ότι είναι λογικό και συμφέρον. Πόσες πιθανότητες έχει μία καινούργια θεατρική επιχείρηση που πρέπει να ξεκινήσει από μία εκ βάθρων ανακαίνιση ενός θεάτρου να βγει κερδοφόρα σε αυτή την αναμέτρηση; Ποιος τρελός παραγωγός θα το αποτολμούσε; Σίγουρα όχι κάποιος που θα είχε στο νου του σαν στόχο την άμεση επαναφορά στα ταμεία του ποσού που ξοδεύτηκε. Σίγουρα όχι κάποιος που θα εξέταζε το αποτέλεσμα με στατιστικές και με τους νόμους των πιθανοτήτων. Θα ήταν απίθανη μια πιθανότητα κέρδους. Θα ήταν απίθανη μια οποιαδήποτε σιγουριά για το αποτέλεσμα του εγχειρήματος. Κι όμως όλα έχουν να κάνουν με το τι θεωρεί κανείς λογικό και συμφέρον. Πως προσδιορίζεται το κέρδος και τι είδους κέρδος είναι αυτό. Είναι άραγε πάντα το κέρδος κάτι που μετριέται αριθμητικά, με χαρτονομίσματα ή με αριθμούς ή με γεμάτα χρηματοκιβώτια; Μήπως το κέρδος έχει κι άλλες όψεις που δεν είναι τόσο αναγνωρίσιμες γιατί υπερκαλύπτονται από αυτή τη μία που θέλει σώνει και καλά το κέρδος να ισούται με το χρήμα; Και μήπως δεν είναι επικίνδυνο σε έναν κόσμο που Θεοποιεί το χρήμα να ρισκάρει κανείς να λέει πως το χρήμα δεν είναι το παν. Κι όμως υπάρχει η τέχνη που δεν αγοράζεται, υπάρχει η ανάγκη και η ορμή του ανθρώπου να εκφράζεται και αυτή δεν αγοράζεται ούτε πωλείται, υπάρχει η ανάγκη του ανθρώπου να εξελίσσεται ότι κι αν αυτό του κοστίσει σε χρήμα η σε ψυχικό κόστος. Το χρήμα μπαίνει αυτόματα σε δεύτερη μοίρα και ανατέλλει η άλλη πλευρά του κέρδους, αυτή η πιο ολιστική που θεραπεύει όσους τολμήσουν να μπουν σ’αυτή τη δίνη των απίθανων πιθανοτήτων.
Το Νέο Θέατρο Βασιλάκου είναι ένας κόσμος γεμάτος από αυτές τις απίθανες πιθανότητες, όχι γιατί έχει κάτι το μαγικό αλλά γιατί το θεωρώ μέρος ζωντανό, σαν τον άνθρωπο τον ίδιο, σαν κομμάτι του εαυτό μου. Κομμάτι της ζωής των ανθρώπων που δουλεύουν γι’ αυτό, με δικαίωμα στην εξέλιξη, με δικαίωμα μιας δεύτερης ευκαιρίας, ένα σπίτι όπου η τέχνη φιλοξενείται, ένα μέρος ενός όλου. Η αναβίωση του είναι μία προσφορά καθότι το ίδιο το θέατρο είναι ζωντανός οργανισμός αυτού του όλου, της Αθήνας, του Πολιτισμού, του Θεάτρου, του Ανθρώπου. Δεν είναι η ζωή μας σαν ένα κομμάτι πίτσα που καταβροχθίζεται και δε μένει μπουκιά. Είμαστε όλοι συνδεδεμένοι. Αν κάνουμε μια προσπάθεια δημιουργική δεν θα ωφεληθούμε μόνο εμείς οι ίδιοι αλλά και άλλοι γύρω μας που θα βιώσουν κοντά μας την υπέρβαση και το μόχθο. Γι’ αυτό οι εξηγήσεις που έχουν λογικές απολήξεις είναι περιττές. «Γιατί το τόλμησες;» «Θα αποτύχεις.» «Είναι τρέλα.» και άλλα τέτοια ακούγονται σχετικά με την αναβίωση του ιστορικού αυτού θεάτρου. Ακούω αλλά εξηγήσεις δεν δίνω γιατί όπως λέει και ο Ιονέσκο: « Η εξήγηση μας χωρίζει από το θαυμαστό που είναι η μόνη πύλη που απομένει στον άνθρωπο για όσα του είναι ακατανόητα.»
Δεν μπορώ να μην αναφερθώ όμως στο ταξίδι που κάνουμε όλοι εμείς που το προσπαθούμε. Ερχόμαστε αντιμέτωποι με τα λάθη μας, με τα πείσματά μας, τις ικανότητές μας, τον ενθουσιασμό μας, την προσφορά μας, την ακεραιότητά μας, την τιμιότητα, τους πειρασμούς, τη μαγεία του θεάτρου, τη δημιουργικότητα, την ομαδική δουλειά, την συγκίνηση να θέλουμε όλοι με πάθος το ίδιο πράγμα. Να φτιάξουμε ένα θέατρο που να είναι υφασμένο με την αγάπη και την προσπάθεια όλων μας και να ξεπερνάει τη φαντασία μας σε κάλλος και λειτουργικότητα και με απόλυτο σεβασμό προς τον θεατή και τους καλλιτέχνες που θα φιλοξενήσει. Ο Σαλβαντόρ Νταλί είπε πως ο ορισμός της φαντασίας είναι: Ένας Αφρικανός που ονειρεύεται το χιόνι. Εμείς ονειρευτήκαμε ομαδικά ένα θέατρο που να εκφράζει μια υπέρβαση, μια απίθανη υπέρβαση, και παλεύουμε με νύχια και με δόντια ο καθένας στον τομέα του, για το καλύτερο.
Που και που ακούω: Μα δε φοβάσαι; Και σκέπτομαι τα λόγια του Σαρτρ: «Ξέρεις τι σημαίνει να είσαι δειλός …και σίγουρα ξέρεις το τίμημα που πληρώνει κανείς διαλέγοντας το Κακό… Έκανα την επιλογή μου συνειδητά. Ο άνθρωπος δημιουργεί τον εαυτό του σύμφωνα με τη θέλησή του.»
Αξίζει άραγε να πεθάνουμε δειλοί μέσα στη σιγουριά ακίνδυνων εκβάσεων ή να ζήσουμε για λίγο μέσα στο φόβο μιας δημιουργικής αβεβαιότητας που ίσως μας οδηγήσει στο θαυμαστό;
Μαριάννα Τόλη
Πηγή: onlytheater.gr