Η Μαριάννα Τόλη, έγραψε ένα δοκίμιο, (με χιούμορ και αρκετούς συμβολισμούς) για την πνευματική μας κατάσταση, που εμπνεύστηκε από τα ερωτικά γράμματα, που ρίχνουν φώς στην σχέση του Τσέχωφ με την αγαπημένη του γυναίκα, την ηθοποιό Ολγκα Κνίπερ και που εκδόθηκαν σε ένα βιβλίο, με τίτλο «Dear Writer… DearActress…»του Jean Benedetti.
Σίγουρα θα το βρούμε όλοι ενδιαφέρον, για πολλούς λόγους.
Γράμμα Στον Εαυτό
Μάρτιος 2009
Αγαπημένε μου Εαυτέ,
Θυμάμαι, αν δεν κάνω λάθος, πως συμφωνήσαμε να επικοινωνούμε συχνότερα. Η ιδιαίτερη ποιότητα της σχέσης μας καθορίζει και απαιτεί μια τέτοια συχνότητα αλλά δυστυχώς από την πλευρά μου ήταν δύσκολο. Κάθε που προσπαθώ να Σε πλησιάσω απομακρύνεσαι σαν να υποχωρείς σε απόμακρα και εξωτικά μέρη, τεράστια σπίτια, εκεί όπου ο ταχυδρόμος δεν βρίσκει τα ίχνη Σου καθώς καταφέρνεις να μετακινείσαι από δωμάτιο σε δωμάτιο, σαν το ελαφρύ αεράκι που χορεύει έξω από το παράθυρό μου κάθε αυγή. Άλλες φορές νοιώθω πως κρέμεσαι από πάνω μου με τέτοια εγγύτητα που αδυνατώ να γυρίσω το κεφάλι μου να Σε αντικρύσω πρόσωπο με πρόσωπο για να Σου παραδώσω το γράμμα που μόχθησα τόσο να Σου γράφω. Και νοιώθω χαμένη και μπερδεμένη. Τι ακριβώς χρειάζεσαι από μένα; Ποτέ δεν ξέρω αν η συνεχής αναζήτηση από μέρους μου για το άτομό Σου είναι και η αιτία της απομάκρυνσής Σου. Εξομολογούμαι με κάθε ειλικρίνεια ότι δεν Σε καταλαβαίνω και δεν ξέρω πώς να Σε πλησιάσω. Ξέρω πως το πρωτόκολλο και οι κανόνες καλής συμπεριφοράς απαιτούν να ρωτήσω για την υγεία Σου, αλλά για κάποιο παράξενο λόγο, κάθε φορά που αναρωτιέμαι, μοιάζει να ξέρω ακριβώς αν είσαι η δεν είσαι καλά. Το μόνο που χρειάζεται να κάνω είναι να κοιταχτώ στον καθρέφτη μου και ξέρω. Σαν να είμαστε κατά κάποιο τρόπο μεταφυσικά ενωμένοι. Έτσι ξέρω πως παρόλο που δεν έχω λάβει γράμμα σου αρκετό καιρό χαίρεις άκρας υγείας.
Όσο για μένα βρίσκομαι στη Γιάλτα με τους ηθοποιούς Κέννεθ Μπράννα και Ράλφ Φάινς, θέλοντας να επισκεφτώ το σπίτι του Τσέχωφ όπου εκεί έγραψε πολλά από τα έργα του. Το μυστήριο που κρύβει ένα τέτοιο σπίτι του προσδίδει μια περίεργη γοητεία. Ενωθήκαμε λοιπόν και οι τρείς για να προσπαθήσουμε να το σώσουμε. Είναι προφανές πως η κυβέρνηση της Ρωσίας δεν προτίθεται να αναλάβει την ανακαίνισή του, γιατί το σπίτι βρίσκεται στην Ουκρανία και η κυβέρνηση της Ουκρανίας αρνείται να χρηματοδοτήσει ένα τέτοιο έργο επειδή αυτό θα προήγαγε τον Ρώσο συγγραφέα. Αγαπημένε μου Εαυτέ θα ήθελα να εξαπολύσεις φλόγες πύρινες από τον ουρανό για να αφανίσουν όποιες τέτοιες συμπεριφορές έχουν τόσο ποταπά κίνητρα ενώ αφορούν σε ένα τόσο ευγενικό έργο. Πάντα υποπτευόμουν πως είσαι παντοδύναμος και πως οι δυνάμεις σου επεκτείνονται σε σφαίρες ακατανόητες σε μένα. Ένας από τους κύριους λόγους που θέλω να Σε γνωρίσω καλύτερα είναι το μυστήριο που είναι συνυφασμένο με τη φύση Σου . Αυτό ακριβώς το μυστήριο μου δημιουργεί αυτή την άσβεστη λαχτάρα να σε κατανοήσω σε βάθος. Δε ντρέπομαι να ομολογήσω πως αυτή μου η προσπάθεια είναι για μένα πρωτίστης σημασίας. Και αυτό σου το εξομολογούμαι διότι ελπίζω πως σιγά σιγά θα μου επιτρέψεις μια βαθιά ματιά στην ανεξιχνίαστη φύση σου, για να καταλάβω και εγώ όπως και όλοι οι συνάνθρωποί μου ποια είναι η πηγή της ύπαρξής μας και που θα καταλήξουμε.
Επιστρέφοντας στον Τσέχωφ πρέπει να ομολογήσω ότι εμπνεύστηκα αυτό το γράμμα από την αλληλογραφία που αντάλλαξαν μεταξύ τους, ο συγγραφέας και η σύζυγός του Όλγα Κνίπερ που ήταν και ο μεγάλος έρωτας της ζωής του. Καθώς κάνω πικ νικ στο προαύλιο αυτού του χαριτωμένου κτιρίου στη Γιάλτα, εκεί που ο Άντον Τσέχωφ δέχτηκε επισκέψεις σαν εκείνη του μυθικού Λέοντα Τολστόι, προσπαθώ να ανακτήσω από τα παλιά, την ατμόσφαιρα των όμορφων έργων του. Με εμπνέει να μεταμορφώνομαι και να υποδύομαι το ρόλο της Μάσα από το έργο του Οι Τρείς Αδερφές, η να παίζω με τη φαντασία μου τη Βάρυα από τον Βυσσινόκηπο. Να φαντάζομαι πως κάνω μακρινούς περιπάτους ως Άννα Σερκέγιεβνα από την σύντομη ιστορία του Η Κυρία Με το Σκυλάκι. Για αυτό το υπέροχο λογοτεχνικό έργο ο Ναμπόκοφ έγραψε πως είναι μια από τις ωραιότερες ιστορίες που γράφτηκαν ποτέ. Κατά τη διάρκεια αυτών των αποδράσεων από την πραγματικότητα νοιώθω πως έρχομαι κοντά Σου όλο και με περισσότερη κατανόηση. Ίσως έλκομαι έντονα προς αυτή την Τσεχωφική ατμόσφαιρα που ο Ναμπόκοφ χαρακτηρίζει με τη φράση του: Είναι ο τρόπος που κάθε χαρακτήρας αφηγείται στους άλλους χαρακτήρες τα σημαντικά γεγονότα της ζωής του, αργά και χωρίς παύσεις με μία ελαφρώς χαμηλωμένη και συγκρατημένη φωνή.
Αυτή η συγκρατημένη διάθεση λείπει από την σημερινή μοντέρνα κοινωνία. Όταν όλοι βιαζόμαστε να γεμίσουμε τα κενά των πιο μύχιων πλευρών της ύπαρξής μας, μοιάζει να αποδεσμευόμαστε από το αίσθημα της ηρεμίας και να υποκύπτουμε σε ένα αίσθημα απληστίας που μας κάνει νευρικούς. Τότε, αγαπημένε Εαυτέ, νοιώθω ότι μας επικρίνεις. Από την άλλη ίσως και να μην είσαι καθόλου εσύ που επικρίνεις αλλά εγώ η ίδια που επικρίνω τον εαυτό μου. Δεν νομίζω ότι είναι χαρακτηριστικό της φύσης σου να είσαι επικριτικός. Αλλά καθώς δεν είμαι σίγουρη για τίποτα. έτσι και γι αυτό. δεν μπορώ να βάλω το χέρι μου στη φωτιά. Όσο για μένα προσωπικά όταν νοιώθω μια τέτοια νευρικότητα υψώνω τον εαυτό μου με μεγάλο κόπο και ταξιδεύω με το βλέμμα στραμμένο έξω από το παράθυρο για να επαναπροσδιορίσω την ανάλαφρη λεπτότητα της ομορφιάς και της αλήθειας που με επαναφέρουν στην ισορροπία μου. Η διαίσθησή μου ψιθυρίζει πως είσαι Ευτυχισμένος/Ευτυχισμένη αυτές τις στιγμές που το μέτρο υπερισχύει της βιασύνης και της απληστίας. Έτσι ξέρω πως έχω κάνει ένα βήμα προς Εσένα.
Αυτές οι εσωτερικές κινήσεις είναι σαν να βουτάω στα μπουντρούμια της ψυχής μου για να ανασυρθώ σαν μαριονέττα σε κάποιες ανώτερες σφαίρες όπου η ζωή δεν είναι ακριβώς όπως την γνωρίζω. Σε αυτά τα επίπεδα οι πιθανότητες είναι άπειρες. Δυνατότητες άγνωστες σε μας βρίσκονται σε απόσταση χεριού αλλά μας διαφεύγουν. Αυτή τη μυστικιστική γνώση, αγαπημένε Εαυτέ, υποπτεύομαι πως την αποκρύπτεις από μένα και αυτό με λυπεί. Αυτός είναι και ο λόγος που έχω την επιθυμία να αναλύσω τους χαρακτήρες του Τσέχωφ ελπίζοντας να ρίξω φώς σε αυτές τις δυνατότητες καθώς παραδίνομαι στις μεστές σιωπές του. Ίσως αν κάνω ακρόαση στο Θέατρο Τέχνης της Μόσχας να κατάφερνα να μοιραστώ μια στιγμή με τον Στανισλάφσκυ και από κάποιο θαύμα ο Τσέχωφ να μου δώσει σκηνοθετικές οδηγίες πώς να ερμηνεύσω τη Μάσα η τη Λαίδη Αρκάντινα από τον Γλάρο. Σου είπα ποτέ πως αυτός είναι ο ρόλος που έπαιξα στις εξετάσεις μου στη Δραματική Σχολή; Όχι; Το φαντάστηκα. Δεν μοιάζει να έχω την επιθυμία να επιστρέφω στις παλιές μου αναμνήσεις. Μάλλον προτιμώ να ανακαλύπτω τις δικές Σου παλιές αναμνήσεις μήπως και ρίξουν μια ηλιαχτίδα φωτός στο μέλλον μου. Δυστυχώς Εσύ και μόνον Εσύ έχεις την ικανότητα να απαλύνεις τις υπαρξιακές μου αγωνίες.
Αλλά ας μη ξεφεύγουμε από τον Τσέχωφ, την Όλγα και τον μη συμβατικό γάμο τους. Πρέπει να ομολογήσω ότι διαβάζοντας τα γράμματά τους άθελά μου έγινα συνένοχη σ’αυτό το γάμο. Ίσως να μπορεί κανείς να με πει και αυθεντία όσον αφορά στην ευτυχία τους η την δυστυχία τους. Ξέρω τα γεγονότα. Αλλά είμαι αλήθεια αυθεντία; Ξέρω τα εξαιρετικής ευαισθησίας ευγενικά γράμματα που αντάλλασσαν μεταξύ τους . Αυτά τα γράμματα μου επέτρεψαν να γίνω κομμάτι μίας κοινωνίας όπου το σαβουάρ βίβρ απαιτούσε την απόλυτη έλλειψη φτηνών εγωιστικών προθέσεων σε κάθε εκδήλωση κοινωνικής έκφρασης και όπου μία απλή φράση αποχαιρετισμού που σηματοδοτούσε το τέλος μιας επιστολής ενείχε πάντα ένα απαλό φιλί στο χέρι η ένα άγγιγμα του χεριού και μία υπόκλιση γεμάτη ταπεινοφροσύνη. «Σφίγγω το χέρι σου στο δικό μου, υποκλίνομαι μέχρι που το κεφάλι μου ακουμπάει το χώμα, Ευγενική κυρία. Ο δικός σου Άντον Τσέχωφ.»
Αγαπημένε Εαυτέ, εναρμονίζομαι τόσο με αυτό το τελετουργικό που νοιώθω πως αυτή η λεπτότητα ταξιδεύει μέσα από σένα και φτάνει ως τα βάθη της ψυχής μου. Γιατί έχω προσέξει πως αν κάτι είναι αρεστό και ταιριαστό σε Σένα μου στέλνεις κύματα ευχαρίστησης που με τυλίγουν σαν μια σπάνια γλυκιά ενέργεια η με αγγίζουν σα μικρά κυματάκια αγάπης σαν αυτά που δημιουργούνται όταν ένα βοτσαλάκι διακόπτει τα νερά μιας ήρεμης λίμνης. Σαν, για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου να νοιώθω το χέρι του Θεού να αγγίζει την ψυχή μου. Έτσι ξέρω πότε έχω την έγκρισή σου.
Τα γράμματα του Τσέχωφ και της Όλγας πάντα τελείωναν με τέτοιο τελετουργικό ίσως θέλοντας έτσι να ξορκίσουν ότι αισθήματα επιθετικότητας εγείρονται από την απόσταση που χωρίζει τους αγαπημένους. Άραγε τα είχαν πραγματικά ξορκίσει ή παρέμεναν κρυμμένα καθότι η κουλτούρα εκείνης της εποχής απαιτούσα την απώθησή τους. Ήταν πραγματική λαχτάρα αυτό που ένοιωθαν ο ένας για τον άλλον η ήταν μια ρομαντική και ποιητική έκφραση δύο καλλιτεχνών που αγαπούσαν ο ένας τον άλλον αλλά κανείς τους δεν έκανε τις απαραίτητες θυσίες για να βρίσκονται πιο συχνά; Δεν καταλαβαίνω γιατί ζούσαν χωριστά όταν ο Τσέχωφ αρρώστησε. Ενοχές υπήρχαν από την πλευρά της Όλγας. Στα γράμματά της ονόμαζε τον εαυτό της «έκλυτη σύζυγο.» Πολύ βαρύς χαρακτηρισμός για μια γυναίκα ερωτευμένη με τον άντρα της. Όπως απόλυτη είναι και η άποψη του Τσέχωφ για το γάμο την οποία εκμυστηρεύτηκε σε ένα γράμμα του στον Σαβόριν: «Εντάξει λοιπόν, θα παντρευτώ αν το θέλεις. Αλλά με τους εξής όρους: Η ζωή θα συνεχιστεί ακριβώς όπως είναι αυτή τη στιγμή. Εκείνη θα μένει στη Μόσχα και εγώ στην εξοχή, και θα έρχομαι να την βλέπω. Δός μου μια σύζυγο που σαν το φεγγάρι δε θα εμφανίζεται στον ουρανό μου κάθε μέρα».
Αγαπημένε μου Εαυτέ, αναρωτιέμαι πόσο στέρεα ήταν τα θεμέλια ενός τέτοιου γάμου και πόσο αυθεντική ήταν η βασανιστική ευγένεια, η τόσο εμφανής στην αλληλογραφία τους. Είναι βέβαιο ότι και οι δύο υπέφεραν από την ανασφάλεια που διέπει τους αγαπημένους όταν ο ένας επιτρέπει στον άλλον την ελευθερία να μένει μακριά και να αναζητά τις προσωπικές του φιλοδοξίες και ενδιαφέροντα. Από την αλληλογραφία τους προκύπτει πως το τίμημα ήταν βαρύ και για τους δύο. Ήταν άραγε έτοιμοι για μια τέτοια θυσία. Δε θα μάθουμε ποτέ. Ποιος θα’θελε το φεγγάρι να λείπει από τον ουρανό για έξη ολόκληρους μήνες; Ποιος δε θα ποθούσε η δε θα λαχταρούσε να φωτιστεί με την χρυσαφένια μυστικιστική αστραπή που μας τυλίγει όταν είμαστε στην παρουσία του /της αγαπημένης; Δε θα επιθυμούσαμε να διαρκούν περισσότερο οι φάσεις της σελήνης που μας λούζει στο φως της; Τουλάχιστον η Όλγα ήταν στο πλευρό του όταν πέθαινε. Συγχώρεσε μου την ερώτηση αλλά μήπως έβαλες κι εκεί το χεράκι Σου; Ίσως αυτό ακουστεί λίγο γελοίο αλλά έχω την εντύπωση πως δεν είσαι μόνο δικός μου Εαυτός. Έχω αυτή την περίεργη αίσθηση πως κατοικείς στα σώματα και άλλων ανθρώπων όπως ακριβώς και στο δικό μου, και πως για κάποιο παράξενο λόγο μπορείς να Είσαι παρών ταυτοχρόνως σε πολλά μέρη. Αληθεύει άραγε αυτό; Σε παρακαλώ να μου δώσεις μια απόδειξη αυτής σου της παντοδυναμίας. Μήπως αυτό δεν θα ήταν ένα σπουδαίο κίνητρο να αγαπώ τον πλησίον μου ως Εαυτόν;
Ιch sterbe, είπε ο Άντον Τσέχωφ τη στιγμή του θανάτου του. Μήπως Εσύ τον προετοίμασες γιαυτό; Μήπως εσύ τον προετοίμασες σιωπηλά να καλωσορίσει τη τρομερή στιγμή του θανάτου του με χαρά αντί για θλίψη, υψώνοντας ένα ποτήρι σαμπάνια; Εσύ ήσουν που τον απάλλαξε από το φόβο; Αγαπημένε μου Εαυτέ είσαι ένα πραγματικό μυστήριο. Δε ξέρω που να σε κατατάξω. Πρέπει άραγε να περιμένω κι εγώ τη στιγμή του θανάτου μου για να μάθω ποιο θα είναι το μελλοντικό μου περιβάλλον; Όλες αυτές οι ερωτήσεις μου θυμίζουν το σχόλιο της Βιρτζίνια Γούλφ για τις άγνωστες και μη οικείες απολήξεις, unfamiliar endings, του έργου του Τσέχωφ. Αγαπημένε Εαυτέ, πάντα με αφήνεις έκθετη σε μια ατμόσφαιρα που ενέχει μεγάλα ερωτηματικά, όπως ακριβώς άφηνε και ο Τσέχωφ το ακροατήριο του. Με αφήνεις χωρίς ανάσα, πάντα να αναρωτιέμαι, ποτέ σίγουρη και ίσως ποτέ σε τόση μεγάλη εγρήγορση για να ακούσω καθαρά τις απαντήσεις. Σε ποιο δωμάτιο κρύβεσαι τώρα αγαπημένε Εαυτέ; Παρακαλώ ταπεινά να μην εξαφανιστείς από τον ορίζοντά μου, γιατί χωρίς Εσένα δεν διαγράφεται ένα συγκεκριμένο μονοπάτι να ακολουθήσω και οι μανιασμένοι άνεμοι που έρχονται από τον νοτιά μπορούν εύκολα να με πιάσουν στο ύπνο και να με ρίξουν στο σκοτάδι της άγνοιας κάποια νύχτα χωρίς φεγγάρι και χωρίς σκοπό.
Υποκλίνομαι ταπεινά και φιλώ το χέρι Σου, αγαπημένε Εαυτέ, αναμένοντας τα τρυφερά κυματάκια που θα κάνουν την ύπαρξή μου να τρέμει από την βεβαιότητα της αιώνιας παρουσίας σου.
Μαριάννα Τόλη