Ο Οιδίπους τύραννος του Σοφοκλή, που παρουσιάζεται στο Νέο Θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου σε σκηνοθεσία Χρήστου Σουγάρη, είναι μία παράσταση που δικαιώνει τις καλλιτεχνικές της προθέσεις.

Της Ζωής Τόλη

Ένα ημιφωτισμένο λιτό ανάκτορο, είναι το σκηνικό που υπογραμμίζει πεντακάθαρα, ένα σκοτεινό αινιγματικό περιβάλλον. Μαζί με μία κατακόκκινη εγκατάσταση που υποδηλώνει τα συγκρουσιακά συναισθήματα του θυμού, αποπνέει κινηματογραφικό ρεαλισμό, ικανό να κεντρίσει το θεατή.

Νεωτεριστικά στοιχεία μεταμορφώνουν θετικά τη θεατρική απόπειρα του σκηνοθέτη. Τέσσερα παιδιά που παίζουν τυφλόμυγα και τρώνε ποπ κορν, ένας εκπαιδευμένος σκύλος – οδηγός του Τειρεσία, τον οποίο υποδύεται η Μπέτυ Βακαλίδου ως ένα πρόσωπο δίφυλο. Επίσης, βλέπουμε την Ιοκάστη (Νίκη Σερέτη) να ακροβατεί στο κενό και να πέφτει από το μπαλκόνι της και όχι να απαγχονίζεται.

Τα κοστούμια σκούρα, σύγχρονα, εκτός από την πορτοκαλί κελεμπία του Τειρεσία αλλά και την εμφάνιση του Κρέοντα στα λευκά, ενός bon viveur με το δικό του σκεπτικό για την εξουσία.

Μία ιστορία επικεντρωμένη στο γνωστό μύθο, αλλά με στόχο να δείξει την ευθύνη του ατόμου απέναντι στην κάθε παράνομη και εγκληματική πράξη. Στη συγκεκριμένη περίπτωση σχετικά με τη δολοφονία του Λάιου, αποκαλύπτεται πως η επιλογή της εθελοτυφλίας και της σιωπής ισοδυναμεί με μορφή πλήρους αμοραλισμού. Καταδικάζεται η συνωμοτική στάση όσων γνώριζαν ή είχαν σοβαρές ενδείξεις για το τι είχε συμβεί. Η επιλογή τους αυτή ίσως λόγω φόβου ή υστεροβουλίας είναι που εξαγριώνει τον Οιδίποδα που διαδέχτηκε το Λάιο στο θρόνο. Δεσμεύεται να βρει τον ένοχο, ερευνώντας την υπόθεση, σαν να ήταν ο Λάιος δικός του πατέρας.

Για να αντιμετωπιστεί ο λοιμός που αποδεκατίζει τους πολίτες και καταστρέφει τη χώρα, ο νεαρός βασιλιάς οφείλει να ανακαλύψει το φονιά.

Σε ένα τολμηρό όσο και οργανικά δεμένο με το πρωτότυπο, εγχείρημα, ο σκηνοθέτης / ηθοποιός, Χ. Σουγάρης «βλέπει» με εναλλακτικό μάτι την τραγωδία του Σοφοκλή. Χωρίς να παρακάμψει τη δραματικότητα και την τραγική διάσταση των ηρώων, σχεδιάζει ένα σκηνικό πλαίσιο άξιο ενδιαφέροντος και προσοχής. Παρουσιάζει ένα εμπνευσμένο έργο, καθόλα απαλλαγμένο από «κλασικές» φόρμες, οικείο, προσηνές στο κοινό, αναδεικνύοντας παράλληλα τη διαχρόνικότητά του.

Οι φωτισμοί του Τάσου Παλαιορούτα ενισχύουν κατάλληλα τις παραγόμενες εναλλαγές / ατμόσφαιρες, δημιουργώντας πολύ υποβλητικές εικόνες σε κάποια σημεία της παράστασης.

Στο μυστηριακό / ανατριχιαστικό διαμορφωμένο κλίμα, συμπράττει και η επιβλητική μουσική του Γιώργου Χριστιανάκη, εναρμονισμένη με το ύφος του θεατρικού δρώμενου.

Σημαντική βοήθεια η ορθή / δόκιμη μετάφραση του Βασίλη Παπαβασιλείου που κάνει το κείμενο εύστοχο και αποτελεσματικό.

Πρωταγωνιστής ο νέος και ταλαντούχος Ντένης Μακρής, με την τέλεια άρθρωση, το απαιτούμενο πάθος και την αισθαντική αμεσότητα.

Απογειώνει το ρόλο χωρίς μελοδραματισμούς και υπερβολές, αφοσιωμένος στο χαρακτήρα του «καταραμένου» Οιδίποδα που θέλει να μας δείξει. Σκιαγραφείται η τραγική προσωπικότητά του, με την «άσεμνη τεκνοποιία», όπως αναφέρεται στο κείμενο και με τα συναφή ανοσιουργήματα. Η γενναία στάση συμπεριφοράς του, δείχνει την αλήθεια του χαρακτήρα που ενσαρκώνει. Χειμαρρώδης, σκηνικά πληθωρικός, ανταποκρίνεται επαρκώς, άλλοτε στο ανακριτικό και άλλοτε στο ανατριχιαστικό / συναισθηματικό σύμπαν.

Η Μπέτυ Βακαλίδου πολύ καλή, με παιγνιώδες στυλ, ενώ η Νίκη Σερέτη εξαιρετική ως Ιοκάστη παίζει με αρχοντική υπεροψία και παγόμορφο βλέμμα.

Κώστας Λάσκος και Νίκος Γκέλια αποτελούν το χορό, ο ένας τυφλός γέροντας και ο άλλος νέος, άπειρος, χωρίς γνώση. Ο Λάσκος μέσα στο υποκριτικό του κέντρο ξεχώρισε για την ήρεμη / νεστόρεια έκφρασή του.

Η υπόλοιπη διανομή των ηθοποιών σωστά επιλεγμένη.

Ο Σαμουήλ Ακίνολα είναι ο Κρέων, μία ιδιαίτερη φιγούρα που ερμηνεύει με μία δωρική ιλαρότητα.

Ο Γρηγόρης Ποιμενίδης ως τραχύς και αφελής βοσκός που παρέδωσε το μωρό στους κορίνθιους γονείς, παίζει με συνέπεια και αυθορμητισμό.

Ο Μιχάλης Μουλακάκης στο ρόλο του εξάγγελου άμεσος, ειλικρινής και αποδοτικός.

Τέσσερα μικρά παιδιά, υποδύονται την Αντιγόνη, την Ισμήνη, τον Ετεοκλή και τον Πολυνείκη, τους καρπούς της συνεύρεσης μάνας και γιου.

Άρης Κρητικός, Σιαμάκα Ακαμπούογκ, Ίων Δημητριάδης και Δέσποινα Μαρτσέκη, πραγματικά εντυπωσιάζουν με την πειθαρχία και την προσήλωσή τους στους θεατρικούς κανόνες παρά το πολύ νεαρό της ηλικίας τους.

Τα λειτουργικά σκηνικά και τα ενδεικτικά κοστούμια επιμελήθηκαν οι Αριστοτέλης Καρανάνος και Αλεξάνδρα Σιάφκου. Ένα μεγάλο τραπέζι και ένα μικρό, μία φιάλη κόκκινο κρασί που θα χρησιμοποιηθεί ανάλογα με την περίσταση, συμπληρώνουν τη γενική εικόνα. Τα σκηνικά, συμμετέχουν ενεργά στην όλη καλλιτεχνική «περιπέτεια» σαν μέρος του παραγόμενου δραματουργικού προϊόντος.

Η Φαίδρα Σούτου φρόντισε σωστά την κινησιολογική συμπεριφορά των ηθοποιών. Έτσι η εσωτερική και εξωτερική δράση των ηρώων υφαίνει τον ιστό της ιστορίας με μαεστρία, αποτυπώνοντας το όλο συναισθηματικό αρχιτεκτόνημα.

Πρόκειται για μία συμμετρικά «αιρετική» δουλειά που ίσως προκαλέσει τη ματιά του θεατή που έχει συνηθίσει στην κλασική φόρμα. Αυτό όμως που την κάνει ξεχωριστή είναι η διεισδυτική σκηνοθετική ματιά, η ταιριαστή χημεία όλων των συντελεστών και φυσικά οι πλούσιες ερμηνείες τους.

Το κοινό συμμετέχει πνευματικά στην αναγκαία «κάθαρση» του τέλους, αγγίζοντας λίγο ή περισσότερο τον πληθωρικό προβληματισμό του Χρήστου Σουγάρη. Συνειδητοποιεί πως η εκούσια τυφλότητα απέναντι στα κοινωνικά / οικουμενικά δρώμενα είναι κραυγαλέα συνενοχή.

Ανακαλύπτει τη βαρύτητα της προσωπικής ευθύνης απέναντι στο γενικό και πως η ατομική ταυτότητα μόνο μέσα από τη συλλογική εμπειρία διαμορφώνεται. Ο σύγχρονος κόσμος με τα γνωστά του αλλοιωμένα χαρακτηριστικά, έχει απόλυτη ανάγκη να αντιμετωπίσει με γενναιότητα τις έκπτωτες αρχές / αξίες του ανθρωπισμού.

Ο «Οιδίπους τύραννος», σε σκηνοθεσία Χρήστου Σουγάρη, μετάφραση Βασίλη Παπαβασιλείου και δραματουργική επεξεργασία Σεβαστής Ματσακίδου, είναι μία πρόταση που δικαιώνει τις καλλιτεχνικές της προθέσεις.

Πηγή: culturenow.gr

Espa Banner
Μετάβαση στο περιεχόμενο